- ορτύκι
- (coturnix coturnix). Πουλί της οικογένειας των φασιανιδών, της τάξης των ορνιθόμορφων. To o. έχει συνολικό μήκος περίπου 20 εκ.· το φτέρωμα, που έχει αισθητά διάφορο χρωματισμό στα δύο φύλα, παρουσιάζει πλήρη αλλαγή στο τέλος του καλοκαιριού και μερική μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου. Φωλιάζει στην Ευρασία έως τον πολιτικό κύκλο σχεδόν και στη βόρεια Αφρική· από τις αρχές του φθινοπώρου μεταναστεύει σε νότιες περιοχές, όπου παραμένει έως την προχωρημένη άνοιξη. To o. ζει, ανάμεσα στη χαμηλή βλάστηση, σε υψόμετρα κάτω των 2.000 μ.· παραμένει κατά το μεγαλύτερο μέρος στο έδαφος, όπου μετακινείται τρέχοντας ταχύτατα. Η τροφή του αποτελείται κυρίως από σπόρους, αλλά τρώει επίσης έντομα, προνύμφες και σκουλήκια.
Η αναπαραγωγή του ο. γίνεται μεταξύ Ιουνίου και Αυγούστου· σε μια κοιλότητα του εδάφους, κρυμμένη με χόρτα, το θηλυκό εναποθέτει 7-12 αβγά, τα οποία κλωσσά επί 16-21 ημέρες· αν οι συνθήκες του περιβάλλοντος και του κλίματος είναι ευνοϊκές, την πρώτη επώαση μπορεί να ακολουθήσει και δεύτερη. Το o. έχει εύγεστο κρέας, γι’ αυτό και υφίσταται εντατικό κυνήγι.
Ορτύκι (coturnix coturnix). Μικρό ορνιθόμορφο με εύγεστο κρέας, είναι διαδομένο στην Ευρασία, σχεδόν ως τον πολικό κύκλο, και στη βόρεια Αφρική.
* * *τοκοινή ονομασία τού είδους Coturnix vulgaris και, με ευρύτερη έννοια, 130 περίπου ειδών μικρόσωμων ορνιθόμορφων πτηνών τής οικογένειας φασιανίδες.[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. τού αρχ. ὄρτυξ* -υγος].
Dictionary of Greek. 2013.